- τοξίνες
- Ουσίες ζωικής ή φυτικής προέλευσης, πρωτεϊνικής φύσης, που όταν εισχωρήσουν στον οργανισμό, εξαιτίας της παθογόνας δύναμής τους, προκαλούν διάφορες νόσους. Από τις ζωικές τ. αναφέρουμε: την αραχνολυσίνη (που παράγεται από την αράχνη), τη φρυνολυσίνη από τον φρύνο, το δηλητήριο της κόμπρας (που προσβάλλει εκλεκτικά το νευρικό σύστημα και έχει μεγάλη τοξικότητα: 1 γρ. δηλητηρίου θανατώνει 5 τόν. ινδικών χοιρίδιων), το δηλητήριο της οχιάς κ.ά. Οι μικροβιακές τ. παράγονται από το μικροβιακό κύτταρο ή αποτελούν μέρος των συστατικών του· η χημική τους φύση είναι διαφορετική και μπορεί να προκαλέσουν την εμφάνιση νοσηρών εκδηλώσεων ακόμα και όταν απουσιάζει το ίδιο μικρόβιο στο οποίο οφείλεται. Οι τ. εισχωρούν στον οργανισμό κατά ποικίλους τρόπους (μέσω του στόματος, τραυμάτων ή και του ακέραιου δέρματος) και αν είναι σε επαρκή ποσότητα ή αν έχουν επαρκή παθογόνα δύναμη νικούν τις δυνάμεις άμυνας του οργανισμού και προκαλούν νόσο. Διακρίνονται σε εξωτοξίνες (όταν παράγονται και εκκρίνονται από το μικροβιακό κύτταρο) και σε ενδοτοξίνες (όταν είναι συστατικά του σώματος του μικροβίου). Οι εξωτοξίνες είναι πρωτεΐνες με μεγάλο μοριακό βάρος, διαλυτές, θερμοευαίσθητες, που αποβάλλονται από ζώντα μικρόβια και διαχέονται στο περιβάλλον τους. Έχουν πολύ μεγάλη τοξικότητα, της τάξης του μικρογραμμαρίου, με εξειδικευμένη παθογόνα δράση και μετατρέπονται αυτόματα ή τεχνητά (με φορμαλδεΰδη), σε τοξοειδές (δηλαδή ουσία που έχασε την τοξικότητα, αλλά όχι την αντιγονική της δύναμη). Από τις κυριότερες εξωτοξίνες υπενθυμίζουμε την τετανική, τη διφθεριτική, τη σταφυλοκοκκική, την αλλαντική. Ένα χαρακτηριστικό των εξωτοξινών είναι ότι η παθογόνα δράση τους εκδηλώνεται ορισμένο χρόνο, που συνήθως ποικίλλει, από τον ενοφθαλμισμό τους. Οι ενδοτοξίνες είναι συμπλέγματα πρωτεϊνών - υδατανθράκων - λιπών, ισχυρά προσδεδεμένα στο μικρόβιο, που απελευθερώνονται με τον θάνατό του με αυτόλυση. Είναι θερμοανθεκτικές και η τοξικότητά τους μικρότερη εκείνης των εξωτοξινών (της τάξης του χιλιοστού του γραμμαρίου). Η παθογόνα δράση τους δεν είναι εξειδικευμένη και δεν μετατρέπονται σε τοξοειδή. Για την απομόνωσή τους, πρέπει να λειοτριβηθούν τα μικρόβια ή να πιεστούν μέχρι 300 - 400 ατμοσφαιρών. Ο τέλειος αποχωρισμός τους από το μικροβιακό σώμα είναι πρακτικά αδύνατος. Τόσο οι έξω- όσο και οι ενδοτοξίνες έχουν αντιγονική δύναμη, δηλαδή την ικανότητα, όταν εισαχθούν στον οργανισμό, να προκαλούν τον σχηματισμό αντισωμάτων, δηλαδή αντιτοξινών που εξουδετερώνουν τη δράση των τοξινών. Η μονάδα μέτρησης της τοξικότητας ονομάζεται ελάχιστη θανατηφόρα δόση και αντιπροσωπεύει την ελάχιστη ποσότητα τοξίνης ικανής να θανατώσει σε 4 μέρες ινδικό χοιρίδιο βάρους 250 γραμμαρίων.
Dictionary of Greek. 2013.